Ένα από τα εμβληματικότερα έργα της ελληνικής ποίησης γράφτηκε από τον Οδυσσέα Ελύτη. Το «Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας».
Ο Οδυσσέας Ελύτης, συμμετείχε στον πόλεμο ως ανθυπολοχαγός και γνώρισε από κοντά την απάνθρωπη σκληρότητα του πολέμου και τον ανείπωτο πόνο που γεννά.
“Εκεί που πρώτα εκατοικούσε ο ήλιος,
που με τα μάτια μιας παρθένας άνοιγε ο καιρός,
καθώς εχιόνιζε απ’ το σκούντημα της μυγδαλιάς ο αγέρας,
κι άναβαν στις κορφές των χόρτων καβαλάρηδες,
Εκεί που χτύπαγεν η οπλή ενός πλάτανου λεβέντικου
και μια σημαία πλατάγιζε ψηλά γη και νερό,
που όπλο ποτέ σε πλάτη δεν εβάραινε
μα όλος ο κόπος τ’ ουρανού,
όλος ο κόσμος έλαμπε σαν μια νεροσταγόνα
πρωί στα πόδια του βουνού,
τώρα, σαν από στεναγμό Θεού ένας ίσκιος μεγαλώνει,
τώρα, η αγωνία σκυφτή με χέρια κοκκαλιάρικα,
πιάνει και σβήνει ένα-ένα τα λουλούδια επάνω της,
μες στις χαράδρες όπου τα νερά σταμάτησαν
από λιμό χαράς κείτουνται τα τραγούδια
βράχοι καλόγεροι με κρύα μαλλιά
κόβουνε σιωπηλοί της ερημιάς τον άρτο.
Χειμώνας μπαίνει ως το μυαλό. Κάτι κακό
θ’ ανάψει. Αγριεύει η τρίχα του αλογόβουνου,
τα όρνια μοιράζονται ψηλά τις ψίχες τ’ ουρανού.”
…..
“Τώρα χτυπάει πιο γρήγορα τ’ όνειρο μες στο αίμα
Του κόσμου η πιο σωστή στιγμή σημαίνει:
Ελευθερία.
Έλληνες μες στα σκοτεινά δείχνουν τον δρόμο:
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
Για σένα θα δακρύσει από χαρά ο ήλιος
Στεριές ιριδοχτυπημένες πέφτουν στα νερά
καράβια μ’ ανοιχτά πανιά πλέουν μες στους λειμώνες
τα πιο αθώα κορίτσια
τρέχουν γυμνά στα μάτια των αντρών
κι η σεμνότη φωνάζει πίσω από το φράχτη
Παιδιά! Δεν είναι άλλη γη ωραιότερη…
Του κόσμου η πιο σωστή στιγμή σημαίνει!
Με βήμα πρωινό στη χλόη που μεγαλώνει
ολοένα εκείνος ανεβαίνει.
Τώρα λάμπουνε γύρω του οι πόθοι που ήταν μια φορά
χαμένοι μες στης αμαρτίας τη μοναξιά.
Γειτόνοι της καρδιάς του οι πόθοι φλέγονται.
Πουλιά τον χαιρετούν, του φαίνονται αδερφάκια του
άνθρωποι τον φωνάζουν, του φαίνονται συντρόφοι του
«Πουλιά, καλά πουλιά μου, εδώ τελειώνει ο θάνατος!»
«Σύντροφοι, σύντροφοι καλοί μου, εδώ η ζωή αρχίζει!»
Αγιάζι ουράνιας ομορφιάς γιαλίζει στα μαλλιά του
Μακριά χτυπούν καμπάνες από κρύσταλλο
Αύριο, αύριο, αύριο: το Πάσχα του Θεού!”
Στην ποιητική συλλογή “Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας”, ο Οδυσσέας Ελύτης, καταθέτει τα βιώματα και τις μνήμες του από τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940, αναπροσδιορίζοντας παράλληλα τα όρια μεταξύ ποίησης & πράξης: σε αυτό το πλαίσιο, η ποίηση καθίσταται πράξη, πράξη που δύναται να “συγκροτήσει” μορφές που εμπλέκονται σε έναν πόλεμο που αναπαράγεται στις ίδιες τις σημάνσεις του… Ο ποιητής “υποκρύπτεται” στις λέξεις που δομούν το πλαίσιο του “περιστρεφόμενου” αίματος, συγκροτεί τον τύπο του ανθυπολοχαγού: εντός των μαχών βιώνει την ένταση μεταξύ ζωής και θανάτου, οδηγεί στη “φορτισμένη” και διάστικτη από μνήμες συντροφικότητα, φέρει τον ίμερο που τον προσδιορίζει ως “τόπο” (ο δικός του τόπος-χώρος), ορμή, ως “βεβήλωση” του καθημερινού δράματος, των καθημερινών κορυφώσεων…
Αυτό που διακρατείται δύναται να είναι ο ίμερος, το ύψος που μαρτυρεί την επίθεση, την ευκαιρία, τη μαρτυρία ενώπιον μίας ιστορίας συμβολισμών και συμβολοποιήσεων… Ο θάνατος του ανθυπολοχαγού “ομιλεί” για τα συμβάντα που λαμβάνουν χώρα, για τον ρεαλισμό της πρόθεσης ή των προθέσεων…
Ο ποιητικός λόγος του Οδυσσέα Ελύτη “συλλαμβάνει” τις εκφάνσεις του διάστικτου θανάτου, τον ανθυπολοχαγό που “εντυπώνεται”σε μία φύση η οποία, ποιητικά, αναπαρίσταται ως άλλη εκκίνηση, συναρθρώνοντας την πολυσθένεια της ποίησης, με τη δόμηση των εντυπώσεων… Ο χώρος, ένας “ναός” έκκεντρων προσώπων: ”Τώρα, σαν από στεναγμό Θεού, ένας ίσκιος μεγαλώνει”…
Το Ελυτικό ποιητικό πράττειν αντιστρέφει τους όρους: κάθε λέξη και ιδιότυπη “εξορία” της, η δυνατότητα απόκρισης επί του ενεστωτικού: ανθυπολοχαγός… Το προσωπικό του βίωμα συμμετοχής στον πόλεμο του 40, δεν συμπυκνώνει παρά “διαμελίζει” και “διαμελίζεται”… Η έκδοση του ποιήματος από τις Εκδόσεις Ίκαρος είναι ιδιαίτερα προσεγμένη.