Η σύνδεση του σώματος και του νου είναι γνωστή από την αρχαιότητα. Παρόλα αυτά, ακόμα και σήμερα, μας είναι δύσκολο να πιστέψουμε πως ένα σωματικό πρόβλημα μπορεί να έχει αιτία ψυχολογική. Έτσι, και στην περίπτωση που θέλουμε να ελαττώσουμε το περιττό βάρος, δε διανοούμαστε ότι, ελαττώνοντας τα ψυχολογικά βάρη, θα μπορούσαμε να το επιτύχουμε αυτό. Ακόμα και όταν, παρόλες τις στερήσεις, η ζυγαριά κινείται προς τα κάτω αργά, σαν χελώνα. Ακόμα και όταν συνδέουμε τη μεγάλη πρόσληψη βάρους με «άσχημες» περιόδους της ζωής μας.
Αν και οι περισσότεροι επιλέγουν να φάνε μόλις βρεθεί μια ήρεμη στιγμή στην ημέρα τους, λίγοι γνωρίζουν ότι για να επέλθει σωστή πέψη, πρέπει κατά τη διάρκειά της, να «αναλάβει» το παρασυμπαθητικό μέρος του κεντρικού νευρικού, το οποίο το χαρακτηρίζει η χαλάρωση. Αν επιλέγουμε να φάμε με άγχος και κάτω από συνθήκες έντασης, εξωτερικής ή εσωτερικής, αποσυντονίζουμε τον οργανισμό μας, ενεργοποιώντας το σύστημα επίθεσης και άμυνας (το συμπαθητικό νευρικό σύστημα), αντί για το σύστημα χαλάρωσης και πέψης (συμπαθητικό νευρικό σύστημα).
Συνεπώς, η διαδικασία της πέψης διαταράσσεται από τις σκέψεις μας και από τα συναισθήματά μας. Τάσεις όπως να αναλαμβάνουμε περίσσιες ευθύνες, είτε σε προσωπικό είτε σε επαγγελματικό επίπεδο, να νιώθουμε ενοχές και τύψεις, αλλά και περιοριστικές πεποιθήσεις όπως «δεν πρόκειται ποτέ να αδυνατίσω» είναι κάποιοι από τους πιθανούς λόγους που συσσωρεύουμε βάρος ή που δυσκολευόμαστε να το χάσουμε.
Αυτό μάς οδηγεί στο εξής ερώτημα: «μπορεί λοιπόν η απώλεια βάρους να επέλθει και να διατηρηθεί μόνο μέσω μιας ισσοροπημένης εξατομικευμένης διατροφής»; Η απάντηση είναι: «σπάνια» και ίσως αυτό απενοχοπoιεί πολύ κόσμο, δεδομένου του ότι παγκόσμιες έρευνες υποδεικνύουν ότι όντως ένα πολύ μικρό ποσοστό αυτών που κάνουν μόνο δίαιτα θα μπορέσουν να χάσουν και να διατηρήσουν τα αποτελέσματα μακροχρόνια.
Συνήθως, χρειάζεται να συνδυάσουμε τη διατροφή με μια αλλαγή σε επίπεδο σκέψεως, για να μπορέσουμε όχι μόνο να επιφέρουμε το αποτέλεσμα που επιθυμούμε, αλλά και να το διατηρήσουμε. Συνεπώς, αντί να μετράμε μονάχα τις θερμίδες του γεύματός μας και να επιλέγουμε (ψυχαναγκαστικά ενίοτε) το πιο ελαφρύ γεύμα, ας επιλέγουμε και τις σκέψεις που δε μας «βαραίνουν», αλλά, αντίθετα, μας χαλαρώνουν και ας τις σκεπτόμαστε πιο συχνά.