Πώς με επηρεάζει ο ρόλος μου στην οικογένεια;

Ο στόχος μιας θεραπευτικής διαδικασίας είναι να εντοπίσει τις απαρχές του ρόλου,

πώς εφαρμόζεται στο παρόν και να διευκολύνει τη μετακίνηση προς μία πιο λειτουργική για τον θεραπευόμενο θέση. Πολύ συχνά, στη θεραπευτική διαδικασία οι θεραπευόμενοι αναφέρονται στον χαρακτήρα τους: έτσι είμαι, έτσι γεννήθηκα, πάντα έτσι φερόμουν. Φυσικά, όλοι γεννιόμαστε με μία γενετική προδιαγραφή, μία ιδιοσυγκρασία. Αυτό ορίζει το εύρος πάνω στο οποίο μπορούμε να κινηθούμε στη ζωή μας.

Το πώς, τελικά, θα κινηθούμε, ορίζεται από την επίδραση των συστημάτων, μέσα στα οποία ανήκουμε. Η οικογένεια είναι η πιο αποφασιστική επιρροή στη ζωή μας, καθώς σε τόσο μικρή ηλικία ούτε καν αντιλαμβανόμαστε την επίδρασή της.

Ένα βασικό χαρακτηριστικό της οικογένειας είναι η ανάθεση ρόλων. Νωρίς στη ζωή μας κατασταλάζουμε σε ψυχολογικές θέσεις οι οποίες μας ανατίθενται, με σκοπό να εξυπηρετήσουμε τις ανάγκες του συστήματος.

Ανάλογα με την ιδιοσυγκρασία μας, τους στόχους της οικογένειας τη συγκεκριμένη στιγμή και τους γονεϊκούς περιορισμούς πήραμε ρόλους που ικανοποιούσαν τότε την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος, αλλά όχι απαραίτητα την προσωπική μας ανάπτυξη. Οι ανάγκες της οικογένειάς μας είναι σαν τον αέρα που αναπνέουμε: σπάνια αμφισβητούμε την ορθότητά τους.

Καθώς μεγαλώνουμε, μεταφέρουμε τον ρόλο μας και στα άλλα συστήματα στα οποία ανήκουμε: το σχολικό, το φιλικό, το εργασιακό, το συντροφικό. Συνδεόμαστε, δηλαδή, σε όλα τα συστήματα μέσα από τον ρόλο που μας ανατέθηκε και εξασκήσαμε στην οικογένειά μας. Συχνά, αρχίζει να διαφαίνεται μία δυσλειτουργία, κάτι δεν πάει καλά, νιώθουμε δυσφορία.

Επαναλαμβάνουμε τα ίδια λάθη, επιλέγουμε σχέσεις που δεν μας ικανοποιούν, προσπαθούμε να συνδεθούμε με τους ανθρώπους με έναν συγκεκριμένο τρόπο, ο οποίος, μπορεί κάποτε να υπήρξε λειτουργικός, αλλά πλέον δεν μας διευκολύνει στη ζωή μας. Ο ρόλος είναι σαν ένα κοστούμι που μας φόρεσαν σε πολύ μικρή ηλικία, μέσα στο οποίο τώρα πια ασφυκτιούμε.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα τριγωνοποιημένα παιδιά, τα οποία παίζουν έναν βασικό ρυθμιστικό ρόλο στη σύγκρουση των γονιών. Όταν ένας σύντροφος νιώθει αδύναμος να αντιμετωπίσει τον άλλον, δημιουργεί έναν συνασπισμό με το παιδί, συμμαχεί μαζί του ενάντια στον άλλο γονιό.

Ως αποτέλεσμα, το παιδί μπαίνει σε θέση διαιτητή, διαπραγματευτή ή δικαστή για να επιλύσει τη γονεϊκή διαφωνία. Αναλαμβάνει, δηλαδή, ένα έργο που δεν μπορεί να φέρει εις πέρας, αφού είναι έξω από τον ρόλο ενός παιδιού. Γίνεται ο γονιός του αδύναμου γονιού και ο αντίπαλος του δυνατού γονιού. Με άλλα λόγια, στερείται τη φροντίδα και των δύο γονιών και μένει παραπονεμένο.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *