fbpx

Η γαστρονομία της Σκιάθου μέσα από τον Παπαδιαμάντη

Ο Γιώργος Πίττας διηγείται τις διαδρομές που ακολούθησε εμβαθύνοντας

στο έργο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη για να αναδείξει τις ιδιαιτερότητες της σκιαθίτικης γαστρονομίας, και να χαρτογραφήσει το ανθρώπινο τοπίο του νησιού.

Συνήθως ο Παπαδιαμάντης συναντά τα παιδιά στο σχολείο μέσα από κάποια διηγήματα. Προσωπικά είχα την τύχη να επισκεφτώ τη Σκιάθο σε ηλικία 10 χρόνων και είχα συγκινηθεί πολύ από τον ανδριάντα του, ανεβαίνοντας στο Μπούρτζι. Από κάτω έγραφε: «Σαν να ’χαν ποτέ τελειωμό τα πάθια κι οι καϋμοί του κόσμου».

Ξαναδιάβασα τον Παπαδιαμάντη με μεγαλύτερη ευαισθησία στη συνέχεια ως φοιτητής. Ξανάπεσε ωστόσο στα χέρια μου σε κάποια άλλη συγκυρία. Πριν από πέντε χρόνια ξεκινήσαμε με τον δήμαρχο Σκιάθου Θοδωρή Τζούμα να ανασυγκροτήσουμε τη γαστρονομική ταυτότητα του νησιού.

Η Σκιάθος είναι από τα πρώτα νησιά που αναπτύχθηκε τουριστικά. Είναι χαρακτηριστικό ότι το διεθνές της αεροδρόμιο λειτουργεί από το 1972. Αρχικά το νησί υποδεχόταν εξαιρετικά ποιοτικό τουρισμό. Στην πορεία ωστόσο έγινε πιο εμπορικός. Η κουζίνα της έμοιαζε να είναι χωρίς ταυτότητα: καλαμάρι, χταπόδι, μουσακάς.

Σκοπός μας ήταν να φτιάξουμε μια παλέτα προϊόντων και φαγητών και κάποιοι καλοί εστιάτορες να εκπροσωπούν το νησί. Ωστόσο δεν είχαμε στη διάθεσή μας πολλά δεδομένα. Όταν ρώτησα τον δήμαρχο ποια είναι η κουζίνα του νησιού, μου απάντησε: «Την ψάχνουμε». Παίρνω λοιπόν τα άπαντα του Παπαδιαμάντη και αρχίζω να τα ξεκοκαλίζω.

Δεν βρήκα πολλά στοιχεία πέραν του ότι την εποχή που εκείνος έζησε στη Σκιάθο η κτηνοτροφία ήταν αναπτυγμένη. Άρα οι ντόπιοι κατανάλωναν πολλά κρέατα ιδίως στα πανηγύρια. Αρνί στη σούβλα, κοκορέτσι, σπληνάντερο, αλλά και μπούτι σκορδάτο, παστά κρέατα, κεφτέδες, ροτί αλά παλληκάρ – «Κατεβρόχθιζε μπριζόλαν, ψητόν της σούβλας, εκείνο που τρελαίνει τους Φράγκους, “ροτί αλά παλληκάρ”, κ’ είναι η απόλαυσις και το καύχημα όλων των Ελλήνων…».

Εντόπισα όμως αναφορές σε λιγοστά πιάτα που με παραξένεψαν. Όπως οι αστακοί με μάραθο. «…κοντά εις τους εχίνους και τα οστρείδια, και τους αστακούς τους μαγειρευτούς με μάραθα» έγραφε ο Παπαδιαμάντης. Τι πράγμα ήταν αυτό; Δεν το είχα συναντήσει ξανά.

Οι νησιώτες έτρωγαν πολλά ψαρικά αλλά δεν φτουράγανε, καθώς δεν είχαν ζυμαρικά, πρόσθεταν ό,τι είχαν στα μποστάνια τους: κολοκυθάκια, χόρτα μαγειρευτά.

Μίλησα με παλιούς μαγείρους της περιοχής. Μου είπαν ότι αυτή ήταν η παραδοσιακή κουζίνα της Σκιάθου. Οι νησιώτες έτρωγαν πολλά ψαρικά αλλά δεν φτουράγανε, καθώς δεν είχαν ζυμαρικά. Έτσι πρόσθεταν ό,τι είχαν στα μποστάνια τους: κολοκυθάκια, χόρτα μαγειρευτά κ.λπ.

Μελετώντας τα διηγήματα του Παπαδιαμάντη, αντιλήφθηκα ότι το υλικό που συγκέντρωνα δεν αφορούσε μόνο τη γαστρονομία αλλά και την τυπολογία της καθημερινής ζωής των νησιωτών. Εν τέλει διάβασα περί τα 150 διηγήματα και κατέληξα στις 30 ενότητες του βιβλίου. Έτσι στη ροή του βιβλίου συναντάμε την κτηνοτροφία, την αγροτική ζωή, τη θάλασσα, τις εκκλησίες, τα καφενεία και τα καπηλειά, τα μπακάλικα και τα παντοπωλεία, τα πανηγύρια και τα γλέντια κ.ά.

Κομβική θέση στο έργο του είχαν οι γυναίκες τις οποίες –παρόλο που δεν μπορούσε να είναι φεμινιστής την εποχή που έζησε– θαύμαζε. Επιπλέον συναισθανόταν τις δυσκολίες που βίωναν, ενώ δεν παρέλειπε να περιγράφει τη φυσική τους ομορφιά.

Ο στόχος μου ήταν να παραδώσω υλικό στους συγχρόνους ερευνητές και τους σεφ για να δημιουργήσουν μια νέα κουζίνα βασιζόμενη στην παράδοση και μέσα από τη γαστρονομία να γνωρίσουν τη κοσμοθεωρία του συγγραφέα. Ο Παπαδιαμάντης καταβυθίστηκε στην καρδιά του Σκιαθίτη.

Περίπου δυο χρόνια διήρκησε όλη αυτή η διαδικασία. Κάθε βράδυ πριν κοιμηθώ διάβαζα από ένα διήγημά του. Ούτε ψυχανάλυση χρειάζεσαι… τίποτε! Το μεγαλύτερο πρόβλημα του ανθρώπου είναι το διογκωμένο του εγώ. Η ανάγκη του να κατέχει συνεχώς μεγαλύτερο πλούτο, όπως και εξουσία. Τα λόγια του κοσμοκαλόγερου συγγραφέα ενέχουν την παρηγοριά ότι μπορείς να ευτυχήσεις και μες στη λιτότητα.

•••

Το βιβλίο Και έφαγον πάντες και ηυφράνθησαν… Η γαστρονομία της Σκιάθου μέσα από το βλέμμα του Παπαδιαμάντη του Γιώργου Πίττα  κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αρμός.

Πηγή: www.shortstories.gr

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *