fbpx

Φωτεινή Τσαλίκογλου

Η Φωτεινή Τσαλίκογλου είναι συγγραφέας, καθηγήτρια Ψυχολογίας

Το βιβλίο σας «Οι παράξενες ιστορίες της κυρίας Φι» περιέχει μικρές ιστορίες, που όμως αφηγούνται μεγάλες σοφίες. Πώς προέκυψαν αυτές οι ιστορίες;

Το έναυσμα ήταν η εξαφάνιση ενός κοριτσιού με τον νεαρό φίλο της στην Ινδία. Όταν λίγες μέρες μετά βρέθηκε το πτώμα μιας νεαρής κοπέλας με αλλοιωμένα τα χαρακτηριστικά του προσώπου της, είπαν ότι επρόκειτο για τη Νάλια, το εξαφανισμένο κορίτσι, και πως τη στραγγάλισε ο φίλος της. Με συντριβή καρδιάς η οικογένεια προχώρησε στην τελετή της αποτέφρωσης. Μόνο που τέσσερις μέρες μετά, το εξαφανισμένο κορίτσι επέστρεψε σπίτι αγκαλιά με τον φίλο της.

Η είδηση είχε κάτι το δραματικό, αλλά μαζί και το κωμικό, το παράδοξο, αλλά και το ειρωνικό. Σου έρχεται να ανατριχιάσεις, αλλά και να βάλεις τα γέλια. Αυτά τα ετερόκλητα στοιχεία συγκροτούν την ύπαρξη της κυρίας Φι. Με αφορμή την είδηση αυτή, η κυρία Φι, εξαίροντας την αξία της βραδύτητας στη ζωή μας, αποφάνθηκε: «Mη βιάζεστε να βγάζετε συμπεράσματα. Μην εμπιστεύεστε τα αλλοιωμένα χαρακτηριστικά ενός προσώπου που σας θυμίζει ένα άλλο πρόσωπο».

Η κυρία Φ έχει μια δύσκολη σχέση με τον γιο της. Στα περισσότερα βιβλία σας όμως ασχολείστε κυρίως με τη σχέση μητέρας-κόρης. Πώς θα χαρακτηρίζατε αυτές τις σχέσεις; Ποια είναι δυσκολότερη;

Είναι αλήθεια ότι σε όλα μου τα βιβλία οι σχέσεις με τη μητέρα αφορούν τις κόρες. Σχέσεις πάθους και αγάπης, εγκατάλειψης και λατρείας. Να που ήλθε και η σειρά του γιου. Δεν μπορώ να πω ποια είναι δυσκολότερη. Προσωπικά είμαι μοναχοκόρη και έχω μια κόρη που έχει τρεις κόρες. Ήλθε φαίνεται η στιγμή να αποκεντρωθώ από την ιστορία μου. Να με φανταστώ ως γιο μιας μητέρας ή ως μητέρα ενός γιου. Οι συγγραφείς απολαμβάνουν τέτοιες ελευθερίες. Ομολογώ ότι ειδικά αυτούς τους καιρούς έχω ανάγκη να κάνω χρήση τέτοιων ελευθεριών.

Τι σας έκανε να γράψετε για τη σχέση της Μαργαρίτας Καραπάνου με τη μητέρα της, Μαργαρίτα Λυμπεράκη;

Η στενή σχέση μου με τη Μαργαρίτα μού επέτρεψε να ταξιδέψω νοερά στα παράδοξα της μοναδικής σχέσης που είχε με τη μητέρα της. Να έλθω σε επαφή με την απελπισία, τη λατρεία, το πάθος, την εγκατάλειψη που ένωσε σε μια σχέση ζωής, δύο ξεχωριστές γυναίκες που σημάδεψαν, η καθεμιά από τη μεριά της, την ιστορία του πολιτισμού μας.

Ο «ομφάλιος λώρος» με τους γονείς και των πολιτών με την πατρίδα τους είναι δύσκολο να κοπεί. Μια τέτοια φυγή αναζητά ο ήρωάς σας στο βιβλίο «Ο Έλληνας ασθενής». Πώς θα χαρακτηρίζατε σήμερα τη σχέση των Ελλήνων με τη χώρα τους;

Δύσκολο να πω. Στο μυθιστόρημά μου «Ο Έλληνας ασθενής» με ενδιέφερε να δείξω πόσο η σχέση με τον τόπο μας είναι μια σχέση δραματική και συνάμα ιαματική. Υπάρχει ένας αόρατος «ομφάλιος λώρος» που μας συνδέει με τον τόπο μας, όπως και με τους γονείς μας, ακόμα κι όταν αυτοί έχουν από καιρό φύγει από τη ζωή.

Είμαστε δεμένοι με έναν τόπο, που, όσο κι αν μας πληγώνει ή μας θυμώνει, είναι ο δικός μας τόπος. Αναγνωρίζουμε σε αυτόν κομμάτια του εαυτού μας. Ανάμεσα σε ένα ένδοξο μυθικό παρελθόν και σε ένα ολισθηρό και αβέβαιο παρόν, έχω την αίσθηση ότι η σχέση με τον τόπο μας κυμαίνεται ανάμεσα στην αδιαφορία, τον θυμό, την αγάπη, τον θαυμασμό, την απαξίωση. Κοντολογίς έχει τα γνωρίσματα που χαρακτηρίζουν όλες τις στενές και σημαντικές σχέσεις της ζωής μας.

Πόσο βοήθησε στο λογοτεχνικό σας έργο η ιδιότητά σας ως καθηγήτρια ψυχολογίας;

Δεν ξέρω αν η ιδιότητα μου ως καθηγήτρια βοήθησε το λογοτεχνικό μου έργο. Μάλλον το αντίθετο συνέβη. Η ελευθερία της λογοτεχνικής γραφής έχω την αίσθηση ότι μου επέτρεψε να έχω μια ουσιαστική επαφή με τους φοιτητές μου πέραν των ακαδημαϊκών τύπων και των συμβάσεων.

Τι θαυμάζετε περισσότερο στους ανθρώπους;

Την απαντοχή τους στα τραύματα.

Τι θεωρείτε ότι φέρνει ισορροπία στον άνθρωπο;

Να ισορροπούν μέσα στα δεδομένα μιας ασταθούς ισορροπίας.

Τι φοβάστε περισσότερο;

Όχι τον θάνατο, αλλά το να πεθαίνω.

Τι είναι χαρούμενη ζωή για εσάς;

Η αμεριμνησία. Να απολαμβάνεις χωρίς «σκοτεινές σκέψεις» πρωινό καφέ, έναν περίπατο, ένα χαμόγελο που δέχεσαι ή που απευθύνεις.

Τι σας κινητοποιεί δημιουργικά όλα αυτά τα χρόνια;

Η έλλειψη.

Έχεις μια γεμάτη ζωή όταν…

…δεν συναρτάς τη ζωή σου από την αναζήτηση του «γεμάτου». Όταν αποδέχεσαι την έλλειψη σαν συστατικό της ύπαρξης.

Πόση σημασία έχουν τα υλικά αγαθά για μια ευτυχισμένη ζωή;

Μεγάλη. Προσφέρουν το δεκανίκι μιας παρατεταμένης ψευδαίσθησης. Μια χαρά για όσους δεν ενοχλούνται να ζουν με ψεύτικα μέλη.

Καλοσύνη για εσάς είναι…

…να βγαίνεις έξω από τη φυλακή του «εαυτού» σου. Να λυπάσαι με τη λύπη του άλλου, να χαίρεσαι με τη χαρά του. Και το ίδιο (που δεν είναι καθόλου αυτονόητο) να κάνεις με τον εαυτό σου: Nα μην υπονομεύεις τη χαρά σου, να μην υποδαυλίζεις τη λύπη σου.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *