Η όμορφη, ταλαντούχα κι αυτοκαταστροφική Γαλλίδα γλύπτρια, είναι η γυναίκα που “έσπασε” το ανδροκρατούμενο καθεστώς στο χώρο της τέχνης. Έφυγε από τη ζωή στις 19 Οκτωβρίου του 1943.
Ευρηματική γλύπτρια, ερωμένη του γνωστού γλύπτη Ροντέν, αδερφή του συγγραφέα Πωλ Κλοντέλ, η Καμίλ θα μπορούσε εύκολα να χαρακτηριστεί “καταραμένη”. Ο λόγος; Έζησε μια έντονη, παθιασμένη ερωτική σχέση με τον Ροντέν, αλλά και με την τέχνη της, με τραγική -δυστυχώς- κατάληξη. Η κινηματογραφική της ζωή λέγεται ότι ήταν η βάση του έργου του Ίψεν, “Όταν ξυπνήσουμε εμείς οι νεκροί”, που ανέβηκε το 1899.
Η σχέση της με τον Ροντέν, επισκιάζει την αξία του έργου της και η ρήξη μαζί του, της κλείνει όλες τις πόρτες. Νιώθοντας προδωμένη και ταπεινωμένη από το- σκληρό, για εκείνη- γεγονός ότι εκείνος επιλέγει να μείνει με τη γυναίκα του, εγκαταλείποντάς την και χωρίς να αποτρέπει την καταστροφική της πορεία.
Το ταλέντο της Κλοντέλ στην κεραμική φαίνεται από νεαρή ηλικία. Στα 12 της χρόνια η οικογένειά της μετακομίζει σε μια πόλη εξήντα μίλια νοτιανατολικά του Παρισιού, στο Νοζάν-σιρ-Σεν. Εκεί ζουν δύο σημαντικοί γλύπτες: ο Αλφρέ Μπουσέ και ο Πολ Ντιμπουά. Ο Μπουσέ εντυπωσιάζεται ιδιαίτερα από τη δουλειά της Καμίλ και της γνωρίζει τον Ντιμπουά. Έχοντας τη στήριξη και των δύο, η νεαρή γλύπτρια μπαίνει στην Ακαδημία Κολαρόσι, μία από τις λίγες σχολές τέχνης που ήταν ανοιχτές στις γυναίκες. Σε σύντομο χρονικό διάστημα εντάσσεται σε μια ομάδα γλυπτριών που παρακολουθούν μαθήματα με τον Μπουσέ, ο οποίος επισκέπτεται το στούντιό τους μία φορά την εβδομάδα.
Όταν εκείνος το 1883 μετακομίζει στην Ιταλία, ο Ροντέν αναλαμβάνει τις μαθήτριές του. Η συνάντηση της 19χρονης Κλοντέλ και του 43χρονου Ροντέν, είναι η αρχή μιας θυελλώδους δεκαπενταετούς σχέσης που αφήνει τα σημάδια της στην τέχνη αλλά και στη ζωή της Κλοντέλ. Για τον διάσημο γλύπτη είναι τα πιο δημιουργικά χρόνια.
Όπως φάνηκε στη μετέπειτα δουλειά της, αυτή η εμπειρία της την επηρεάζει τόσο πολύ που σηματοδοτεί μια στροφή προς μία πιο φυσική υφή της επιφάνειας. Στα έργα και των δύο μπορεί κάποιος να διακρίνει αμφίδρομες καλλιτεχνικές επιρροές. Στις αρχές τις δεκαετίας του 1890, η σχέση ανάμεσα στους δύο καλλιτέχνες διαταράσσεται σημαντικά κι εκείνη συνειδητοποιεί πως δεν θα γίνει ποτέ γυναίκα του. Εκείνη την περίοδο αρχίζει να φαίνεται και το μέγεθος της τέχνης της.
Το 1898 το ζευγάρι χωρίζει οριστικά και η Κλοντέλ αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες. Έχει ήδη αυτονομηθεί αρκετά από την τέχνη του πρώην συντρόφου της την τελευταία δεκαετία, δίνοντας το 1900 τα πιο πρωτότυπα δείγματα τέχνης επηρεασμένης από αυτήν της Ιαπωνίας. Χρησιμοποιεί όνυχα -ένα σπάνιο υλικό- δημιουργώντας αντιθέσεις κάνοντας ένα παιχνίδι με καμπύλες. Τα πρώτα σημάδια ψυχικής διαταραχής έχουν ήδη κάνει την εμφάνισή τους.
Λίγα χρόνια αργότερα, το 1906, η Κλοντέλ καταστρέφει το μεγαλύτερο μέρος των δημιουργημάτων της. Επτά χρόνια αργότερα, κλείνεται σε ψυχιατρική κλινική όπου και ζει για τριάντα χρόνια. Μέχρι να έρθει το τέλος της, στις 19 Οκτωβρίου του 1943. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 1913 χάνει τον πατέρα της, γεγονός που την ταράζει και εισάγεται στην ψυχιατρική κλινική Maison de Sante.
Περίπου 90 γλυπτά και σχέδιά της έχουν διασωθεί έως σήμερα. Το 1951 ο αδελφός της οργανώνει μία έκθεση στο Μουσείο Ροντέν και από τότε στη συλλογή του έχει ενσωματωθεί ο κύριος όγκος των δημιουργιών της. Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια του Ροντέν, για το έργο της:”Της έδειξα πού να βρει το χρυσό, αλλά ο χρυσός που βρήκε είναι όλος δικός της.”
Μανταλένα Μαρία Διαμαντή
www.klik.gr
Photo: L’Âge mûr , 1902, Musée d’Orsay