Βεντέμα: Η γιορτή των σταφυλιών

της Μαρίας Βόλλη

Η αμπελοοινική παράδοση ήταν και είναι στο επίκεντρο της πολιτισμικής ταυτότητας της Σαντορίνης.

Ο αμπελώνας της, εγγενές στοιχείο του τοπίου της, είναι από τους πιο ιδιόρρυθμους στον κόσμο με ποικιλίες πανάρχαιες. Ο ιδιαίτερος τρόπος κλαδέματος, το έδαφος, το μοναδικό μικροκλίμα και η συσσωρευμένη εμπειρία αιώνων των αμπελοκαλλιεργητών και των οινοποιών της συντελούν στην παραγωγή ιδιαίτερων οίνων εξαιρετικής ποιότητας.

Όλοι όσοι καλλιεργούν στη Σαντορίνη και στη Θηρασία τις γηγενείς ποικιλίες αμπέλου δημιουργούν οίνους που προέρχονται από σταφύλια αυτών των ποικιλιών. Οι σημαντικότεροι φορείς της γνώσης είναι οι γηραιότεροι αμπελουργοί του νησιού, γιατί γνωρίζουν την τέχνη τους βιωματικά και τη μεταφέρουν στους νεότερους μέσα στο αμπέλι. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη διαφύλαξη και ανάδειξη της αμπελοοινικής παράδοσης επιδεικνύουν ο Δήμος Θήρας και το σύνολο των ενεργών οινοποιείων του νησιού.

Η Σαντορίνη διαθέτει έναν από τους πιο παλιούς αμπελώνες σε όλο τον κόσμο με ρίζες στα προϊστορικά χρόνια. Η παράδοση στην αμπελουργία υφίσταται εδώ και τουλάχιστον 3.500 χρόνια, διαμορφώνοντας ένα μοναδικό οινοπέδιο/terroir, αποτελούμενο από τοπικές ποικιλίες αμπέλου, όπως το Ασύρτικο, το Αηδάνι, το Αθήρι, το Μαυροτράγανο και πολλές άλλες, με φυτά ευπροσάρμοστα και ιδιαίτερα ανθεκτικά στις ξηροθερμικές συνθήκες του νησιού, με πλούσιο και δυνατό ριζικό σύστημα που διαπερνά τη θηραϊκή γη.

Ο σαντορινιός αμπελώνας (σε συνολική έκταση 76 τετρ. χιλ., ο αμπελώνας εκτείνεται σε 12.000 στρέμματα) είναι αυτόρριζος, καθώς ποτέ δεν προσβλήθηκε από φυλλοξήρα, λόγω της ηφαιστειακής σύστασης του εδάφους, και έτσι δεν υπήρξε ανάγκη χρήσης αντιφυλλοξηρικών υποκειμένων. Ο αμπελώνας αυτός σήμερα δίνει μοναδικά κρασιά υψηλής ποιότητας, τα οποία καθώς παλαιώνουν εκφράζουν αυτή την ιδιαίτερη γη, το μοναδικό terroir του σαντορινιού αμπελώνα.

Οι ντόπιοι ονομάζουν άσπα το σκληρό και συνεκτικό έδαφος, που δημιουργήθηκε από αλλεπάλληλα στρώματα ηφαιστειακών υλικών, τέφρα, λάβα, ελαφρόπετρα και σκουριά, καλύπτοντας το ασβεστολιθικής και σχιστολιθικής προέλευσης υπέδαφος, κατά τις διαδοχικές εκρήξεις. Το μοναδικό της κλίμα, η σύσταση του εδάφους, η συσσωρευμένη εμπειρία των καλλιεργητών, που πλέον συνδυάζεται με την επιστημονική γνώση για την αμπελοκαλλιέργεια και την οινοποίηση, καθώς και οι γηγενείς ποικιλίες που οινοποιούνται, αντανακλώνται σε σαντορινιά κρασιά με ιδιαίτερη προσωπικότητα και χαρακτήρα.

Επίσης, στο τοπίο του νησιού δεσπόζουν οι χαρακτηριστικές ξηρολιθικές αναβαθμίδες, που φιλοξενούν τον αμπελώνα. Αιώνες ανθρώπινου μόχθου αποτυπώνονται πάνω στο νησιωτικό τοπίο και μαρτυρούν τις προσπάθειες των Σαντορινιών όλων των εποχών να τιθασεύσουν τη γη τους.

Όλα αυτά σε συνδυασμό με τις πλούσιες εθιμικές πρακτικές -η βεντέμα (δηλαδή ο τρύγος) στη Σαντορίνη είναι η αφορμή για πανηγύρι, γλέντι, τραγούδι, ξεφάντωμα σε ολόκληρο το νησί- αλλά και σύγχρονες εκδηλώσεις, όπως οινικές γιορτές και επιστημονικά συνέδρια, στοιχειοθετούν την αξία των αμπελοοινικών παραδόσεων της Σαντορίνης ως πολιτισμικού αγαθού στη σύγχρονη εποχή.

Οι Σαντορινιοί αμπελουργοί διαμέσου των αιώνων έχουν διαμορφώσει ιδιαίτερες καλλιεργητικές τεχνικές εξασφαλίζοντας την επιβίωση των αμπελώνων σε αυτό το εξαιρετικά αφιλόξενο οικοσύστημα. Ο ξένος που έρχεται στη Σαντορίνη νωρίς την άνοιξη, όταν τα κλήματα δεν έχουν ακόμη ξυπνήσει, ή αργά το φθινόπωρο, όταν έχουν πια πέσει, εντυπωσιάζεται από τα «καλάθια», που είναι πεσμένα πάνω στη χέρσα γη.

Όποιος θελήσει να τα περιεργαστεί από κοντά θα διαπιστώσει με έκπληξη ότι είναι ριζωμένα βαθιά στη γη. Πρόκειται για τις αμπελιές, έργο υπομονής και μακρόχρονης πείρας των αμπελουργών του νησιού. Η κουλούρα είναι το κυπελλοειδές γυριστό ή στεφανωτό σύστημα μόρφωσης της αμπέλου (του κλήματος) στη Σαντορίνη. Μια μοναδική τεχνοτροπία που διασώζεται μέσα από το πέρασμα των αιώνων και είναι απόλυτα εναρμονισμένη και επηρεασμένη με τις κλιματικές συνθήκες του τόπου.

Ο αμπελουργός αρχίζει να σχηματίζει το καλάθι μόλις το φυτό αποκτήσει γερό κορμό. Όταν έρθει η εποχή για να το κλαδέψει, αφαιρεί όλες τις κληματίδες του έτους εκτός από μία, την πιο γερή, που την κόβει στα 6 έως 8 μάτια και τη λυγίζει σχεδόν κάθετα, ώστε να σχηματιστεί ένα στεφάνι παράλληλα προς το έδαφος, το οποίο δένει πάνω στον κορμό του φυτού, που μόλις εξέχει από τη γη. Την άνοιξη το στεφάνι πετάει καταπράσινους βλαστούς και το φθινόπωρο, όταν οι βλαστοί έχουν ξυλοποιηθεί και γίνει κληματίδες, ο αμπελουργός αφαιρεί όσες είναι περιττές και κρατάει μόνο τρεις, τις καλύτερες που τις διαλέγει έτσι ώστε η μεταξύ τους απόσταση να είναι σχεδόν ίδια. Στη συνέχεια τις κόβει σε μήκος ίσο με τη μεταξύ τους απόσταση και με μεγάλη τέχνη, για να μη σπάσουν, τις τυλίγει ελικοειδώς καθεμιά χωριστά πάνω στο στεφάνι.

Την άνοιξη οι λυγισμένες κληματίδες δίνουν τους δικούς τους βλαστούς και το φθινόπωρο, όταν και αυτοί οι βλαστοί έχουν ξυλοποιηθεί, ο αμπελουργός διαλέγει τις καλύτερες κληματίδες που τις κλαδεύει αφήνοντας πολλά μάτια, τις λυγίζει οριζόντια και τις πλέκει ελικοειδώς μεταξύ τους. Έτσι, μεγαλώνει χρόνο με τον χρόνο το καλάθι, η αμπελιά.

Ο αριθμός των κληματίδων που δεν αφαιρούνται ποικίλλει ανάλογα με την περιφέρεια του καλαθιού και τα καρποφόρα μάτια, που θέλει ο αμπελουργός να κρατήσει στο κλήμα. Συνήθως μένουν 3 έως 5 κληματίδες με 5 έως 8 μάτια η καθεμιά. Και όσο για την ανανέωση του καλαθιού, γίνεται πιο τακτικά σε σύγκριση με τα παλαιότερα χρόνια, γι’ αυτό οι αμπελιές είναι πολύ μικρότερες. Η ανανέωση γίνεται με καταβολάδες ή μοσχεύματα.

Το καλοκαίρι τα «καλάθια» είναι καταπράσινα, καθώς υψώνονται όρθιοι οι ετήσιοι βλαστοί της αμπελιάς. Στην αγκαλιά της, μέσα σε κάθε «καλάθι», ωριμάζουν τα σταφύλια προφυλαγμένα από τα χτυπήματα της άμμου που, καθώς σαρώνεται από τα ισχυρά μελτέμια, θα τύφλωνε τα «μάτια» πριν βλαστήσουν και θα πλήγωνε τα λεπτόφλουδα σταφύλια κυρίως κατά την πλήρη ωρίμανσή τους. Αξίζει να σημειωθεί ότι δυνατοί άνεμοι όλων των κατευθύνσεων μαστίζουν το νησί όλο τον χρόνο.

Ο σαντορινιός αμπελώνας αποτελεί ένα μοναδικό οινοπέδιο/terroir με τα εξής ιδιαίτερα φυσικά χαρακτηριστικά: α) Το ηφαιστειογενές έδαφος, που είναι πορώδες, πλούσιο σε τέφρα και ελαφρόπετρα, η οποία απορροφά την υγρασία της ατμόσφαιρας. Επίσης, είναι πλούσιο σε ανόργανα στοιχεία & μεταλλικά ιόντα, αλλά φτωχό σε οργανική ύλη. β) Το ξηροθερμικό κλίμα με σπάνιες βροχές (350mm). Δεδομένου ότι ο αμπελώνας είναι άνυδρος, οι ομίχλες που δημιουργούνται από την εξάτμιση της θάλασσας αποτελούν τη μόνη πηγή δροσιάς την περίοδο του καλοκαιριού, γι’ αυτό οι παλαιοί έλεγαν ότι το κρασί θέλει ανεδοσά. Λόγω των ευεργετικών μελτεμιών, δηλ. των βόρειων ανέμων του Ιουλίου, δεν προκαλούνται προβλήματα υγιεινής των σταφυλιών. Με αυτό τον τρόπο μειώνονται στο ελάχιστο οι ανάγκες φυτοπροστασίας, καθώς λόγω των υψηλών θερμοκρασιών την ημέρα, κυρίως το καλοκαίρι, δημιουργούνται ομίχλες από την εξάτμιση της θάλασσας και σε συνδυασμό με τους δυτικούς ανέμους, ο ατμός υπερπηδά την καλντέρα, ψύχεται λόγω του υψόμετρου, δημιουργώντας μια πυκνή ομίχλη που ενυδατώνει το χώμα και τα φυτά.

Επειδή τα πρέμνα αναπτύσσονται στο άνυδρο ηφαιστειογενές έδαφος της Σαντορίνης, αναπτύσσουν ισχυρή πασσαλώδη ρίζα, προκειμένου να αξιοποιήσουν στο μέγιστο την προσφερόμενη υγρασία και τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά. Στις περιοχές με απότομη κλίση του εδάφους οι πεζούλες χτισμένες με ξερολιθιές διαμορφώνουν το έδαφος σε επίπεδα, διευκολύνοντας την καλλιέργεια και περιορίζοντας την απώλεια του νερού της βροχής.

Οι αμπελουργοί, με την εφευρετικότητα και την εργατικότητά τους, κατάφεραν να αξιοποιήσουν αμπελοτόπια τα οποία ήταν ιδιαίτερα δύσβατα, άγονα και άνυδρα, δημιουργώντας στις πλαγιές των βουνών τις πεζούλες (αναβαθμίδες, σκάλες ή ταράτσες). Η βασική χρησιμότητά τους βασίζεται κατά κύριο λόγο σε τέσσερις άξονες: καλλιέργεια των άγονων πλαγιών, συγκράτηση του εδάφους των βουνών, αξιοποίηση του λιγοστού βρόχινου νερού και προστασία των φυτών από τους ανέμους.

Χτισμένες με δεξιοτεχνία, οι πεζούλες καταφέρνουν να συγκρατούν το λιγοστό χώμα και το νερό της βροχής, στο επικλινές και συνήθως πετρώδες έδαφος. Φτιαγμένες με χτιστές πέτρες, τις ξερολιθιές, στα θεμέλια των οποίων υφίσταται το φύτεμα των αμπελιών, οι πεζούλες λειτουργούν ουσιαστικά ως στηρίγματα, προστατεύοντας από τον αέρα και την ξηρασία. Η κατασκευή τους αποτελεί τέχνη, που απαιτεί απαράμιλλη τεχνική και γνώσεις, οι οποίες εκτός από την αμπελουργία, εκτείνονται στη γεωλογία, τη μηχανική και την αρχιτεκτονική.

Χαρακτηριστικές πεζούλες βρίσκουμε και σε άλλες αμπελουργικές ζώνες της Ελλάδας, κυρίως όμως σε αιγαιοπελαγίτικα νησιά, όπως είναι η Σάμος, η Πάρος, η Ρόδος και η Σαντορίνη. Η αμπελοκαλλιέργεια στις πεζούλες αποτελεί μια ιδιαίτερα δύσκολη και επίπονη παραδοσιακή αμπελουργική πρακτική, που δίνει πολύ χαμηλές αποδόσεις και σταφύλι εξαιρετικής ποιότητας, συνεισφέροντας στη δημιουργία των μοναδικών, σύγχρονων κρασιών της Σαντορίνης.

Η βεντέμα (τρύγος) στη Σαντορίνη θα πει πανηγύρι, γλέντι, τραγούδι, ξεφάντωμα σε όλο το νησί. Οι τρυγητάδες περίμεναν να χτυπήσει η μεγάλη καμπάνα της Παναγιάς της Μεσανής στο Εμπορείο 36 φορές για να αρχίσει το μεγάλο πανηγύρι του τρυγητού. Τρόχιζαν τα φερεντίνια τους πάνω στα ποριά (κόκκινες ηφαιστειακές πέτρες) και στις μαυρόπετρες και τα τραγούδια ξεκινούσαν με τα καλάθια περασμένα στα μπράτσα τους. «Βεντέμα ήρθε βρε παιδιά και πάρτε το χαμπάρι…» τραγουδούσαν κατά τη διάρκεια του τρύγου.

Περνούσανε οι μέρες και παραμονή του Αγίου Αβερκίου ανοίγανε τα βαρέλια και δοκιμάζανε τα κρασιά της χρονιάς. Στις 22 Οκτωβρίου γιορτάζει ο Άγιος Αβέρκιος, ο οποίος με τα χρόνια έγινε ο προστάτης των κρασιών της Σαντορίνης και της Θηρασιάς. Η παράδοση αυτή συνεχίζεται και ακόμη σήμερα, καθώς τα πρώτα βαρέλια ανοίγουν την παραμονή του Αγίου Αβερκίου.

Χώρος, εγκαταστάσεις και εξοπλισμός

Η κάναβα (οινοποιείο) είναι ως επί το πλείστον υπόσκαφη. Μοιάζουν με σπηλιές με μόνο ένα παράθυρο στην πρόσοψη για το φως (ανεμολόος). Η οροφή είναι ένας σκαμμένος θόλος μέσα σε τράφο (πέτρινο χώρισμα αγροτεμαχίων) ή πεζούλα. Οι κάναβες είναι πολύ δροσερές το καλοκαίρι και ζεστές το χειμώνα. Το πατητήρι ή πατετήρι είναι ένας χώρος τετράπλευρος, που δέχεται όλα τα σταφύλια μέχρι το τέλος του τρυγητού. Εδώ πατιούνται τα σταφύλια και οδηγείται ο μούστος μέσω μιας οπής που λέγεται άφλα, στον ληνό. Το λήνο ή ο ληνός ήταν η δεξαμενή όπου έρεε ο μούστος από το πατητήρι.

Η λιάστρα αποτελεί το μέρος εναπόθεσης των σταφυλιών για να στεγνώσουν στον ήλιο. Τα σταφύλια που λιάζονταν ήταν συνήθως από τις ποικιλίες ασύρτικο, αθήρι και αηδάνι (λευκές ποικιλίες), ενώ σπανιότερα λιάζονταν και ερυθρές ποικιλίες όπως μανδηλαριά, μαυροτράγανο, βουδόματο. Πάνω στη λιάστρα άπλωναν τα μαύρα ή άσπρα σταφύλια και τα άφηναν μερικές μέρες στον ήλιο, ως ότου γινόντουσαν τα σταφύλια μελά (μισοψημένα). Αυτά τα σταφύλια πατούσαν και γινόταν το γλυκό κρασί Vinsanto.

Σχεδόν πάντα στο χώρο της κάναβας βρισκόταν το ρακιδιό, ο χώρος που παράγεται η ρακή ή τσικουδιά με απόσταξη των τσίκουδων (στέμφυλων), προς αποφυγή του κόστους μεταφοράς των στέμφυλων.

Στη Σαντορίνη σήμερα συναντάμε οινοποιεία με τον πλέον προηγμένο τεχνολογικό εξοπλισμό, αλλά και ιδιαίτερα εκλεπτυσμένη αισθητική, που ανταποκρίνεται στην πολιτιστική κληρονομιά του νησιού αλλά και στις ανάγκες παραγωγής ποιοτικών οίνων υψηλού επιπέδου

Όσον αφορά τα εργαλεία που είχε στη διάθεσή του ο τρυγητής και ο οινοποιός, καταστάλαγμα και αυτά της εμπειρίας του και των διαθέσιμων υλικών, μπορούμε να αναφέρουμε τα εξής: Το φερεντίνι, ένα είδος μικρού μαχαιριού με λεπίδα σε σχήμα μισοφέγγαρου και λαβή από ξύλο συκιάς. Η αγλία είναι ένα είδος ξύλινης χειροποίητης κουτάλας για το μάζεμα του κρασιού από τις μεγάλες ξύλινες σκάφες. Αφούρα, βαρέλα, βούτα, βούτσι, μπόμπα αποτελούν είδη βαρελιών για τη ζύμωση και αποθήκευση του κρασιού. Το σέκιο είναι ξύλινος κουβάς, όπως οι κουβάδες της μεταφοράς, με τη διαφορά ότι η χωρητικότητα του είναι ακριβώς 8 οκάδες ξηρού κρασιού. Παλιότερα ήταν σφραγισμένο από την αστυνομία. (Μ)πύρλια ή (μ)πύργια λέγεται ένα ειδικό κατασκεύασμα των βαρελάδων σε σχήμα στρογγυλό ή ωοειδές, που χρησιμοποιείται αντί χωνιού για το γέμισμα των βαρελιών. Στις σύγχρονες οινοποιητικές μονάδες δεν χρησιμοποιούνται πια τα παραπάνω εργαλεία, σε αντίθεση με τις παραδοσιακές κάναβες (χωρική/σπιτική οινοποίηση), όπου χρησιμοποιούνται τα περισσότερα. Οι σύγχρονες οινοποιητικές μονάδες χρησιμοποιούν νέα σύγχρονα, ανοξείδωτα σκεύη, εργαλεία, μηχανήματα (για λόγους υγιεινής και καλύτερης διαχείρισης του προϊόντος).

Παλιότερα για τη μεταφορά των σταφυλιών χρησιμοποιούσαν κοφίνια (αλλά και κοφάκια, καλάθια και λιγότερο μισοκόφινα), που κατασκευάζονταν από λυγαριές. Οι κοφινάδες έστηναν τα εργαστήρια τους σε κάναβες ή αποθήκες. Ένα καλαθοπλεκτικό εργαστήριο αποτελούνταν από τον αποθηκευτικό χώρο, και τον καθαυτό χώρο της δουλειάς: στον πρώτο αποθηκευόταν μέρος της πρώτης ύλης, οι λυγαριές βρέχονταν (για να μην ξεραθούν και δεν μπορούν να λυγιστούν εύκολα για την πλέξη των κοφινιών), ενώ στον δεύτερο υπήρχε το ειδικό κάθισμα του πλεξίματος, τα εργαλεία, τα βοηθήματα και τα απαιτούμενα υλικά.

Δυστυχώς, η τέχνη της κατασκευής κοφινιού έχει πάψει να ασκείται στη Σαντορίνη, καθώς το 2016 απεβίωσε και ο τελευταίος κοφινάς. Τα τελευταία χρόνια τα οινοποιεία δεν χρησιμοποιούν κοφίνια, καθώς δυσκολεύει τη μεταφορά των σταφυλιών. Η μεταφορά των σταφυλιών γίνεται πια με πλαστικά παραλληλόγραμμα καφάσια, τα οποία είναι εύκολα στη μεταφορά, στην αποθήκευση αλλά και δεν «ταλαιπωρούν» τα σταφύλια κατά τη μεταφορά τους.

Ιστορικά στοιχεία

Ανιχνεύοντας την οινοποιητική παράδοση της Σαντορίνης ταξιδεύουμε πίσω στον χρόνο, μέχρι την τρίτη χιλιετία π.Χ. Οι Φοίνικες, πρώτοι, κατά τον Ηρόδοτο, άποικοι μετά την καταστροφή, αλλά και όσοι τους ακολούθησαν, έπρεπε να αντιμετωπίσουν ένα αφιλόξενο οικοσύστημα προκειμένου να επιβιώσουν. Για να καλύψουν τις ανάγκες διατροφής τους, δοκίμασαν να καλλιεργήσουν φυτά διαφορετικών ειδών που έφεραν μαζί τους και τους ήταν γνώριμα. Μόνο η άμπελος κατόρθωσε να επιβιώσει στη διάρκεια των αιώνων στο αφιλόξενο περιβάλλον της Σαντορίνης.

Στις ανασκαφές του Ακρωτηρίου ευρήματα, όπως κάρβουνα από ξύλα αμπέλου και τσαμπιά σταφύλια ως διακοσμητικά στοιχεία στην αγγειογραφία της εποχής, μαρτυρούν ότι η αμπελοκαλλιέργεια ήταν μια από τις κύριες δραστηριότητες των κατοίκων. Ο προϊστορικός αυτός αμπελώνας καταστράφηκε με τη μεγάλη έκρηξη του ηφαιστείου, γύρω στα 1.650 π.Χ., όταν και εξαφανίστηκε κάθε ίχνος ανθρώπινης ζωής και φυτικής βλάστησης από το νησί για τρεις αιώνες περίπου.

Η φύλαξη του κρασιού γινόταν σε μεγάλους πίθους, οι οποίοι στεγανοποιούνταν με κερί. Στο στόμιο ενός τέτοιου πιθαριού είναι χαραγμένη επιγραφή σε Γραμμική Α γραφή: ένας συνδυασμός μάλιστα έχει αναγνωριστεί ότι συμβολίζει το κρασί. Γενικά όμως, η πληθώρα των πιθαριών αποθήκευσης αλλά και ψευδόστομων αμφορέων που συναντά κανείς στο Ακρωτήρι υποδηλώνουν όχι απλώς τη μεγάλη παραγωγή κρασιού, αλλά και την ανεπτυγμένη διακίνησή του.

Τσαμπιά σταφυλιού έχουν χρησιμοποιηθεί ως διακοσμητικά θέματα στην αγγειογραφία της εποχής. Μαρτυρίες για την οινοποιία και την εμπορία κρασιού αποτελούν ορισμένα είδη πιθαριών με κρουνό κοντά στη βάση του στενού πυθμένα τους, καθώς και η πληθώρα ψευδόστομων αμφορέων, σκευών που κατ’ εξοχήν σχεδιάστηκαν για τη διακίνηση υγρών προϊόντων. Από τον πρώιμο τύπο του αγγείου αυτού, η Θήρα έχει δώσει ως τώρα τουλάχιστον το 50% του συνόλου όσων έχουν βρεθεί σε ολόκληρη την περιοχή του Αιγαίου.

Το σπουδαιότερο εύρημα οινοποίησης από το Ακρωτήρι όμως, προέρχεται από τις πρόσφατες ανασκαφές, όπου βρέθηκε μια μικρή κεραμική εγκατάσταση, που αποτελείται από μια λεκάνη/πρέσα με κρουνό και ακριβώς από κάτω έναν μεγάλο πίθο που υποδέχεται τον χυμό από το σταφύλι. Πρόκειται για χαρακτηριστικό παράδειγμα μηχανισμού που εντοπίζεται και στην Κρήτη και στο υπόλοιπο Αιγαίο εκείνη την περίοδο.

Από τον 8ο αιώνα π.Χ. μέχρι και τους ρωμαϊκούς χρόνους επιγραφικά μνημεία της Θήρας αναφέρουν κτηματίες οι οποίοι, μεταξύ άλλων, ήταν ιδιοκτήτες και αμπελώνων, έκτασης 180-300 στρεμμάτων περίπου. Κατά τη βυζαντινή εποχή υπάρχει μία μόνο σχετική ιστορική μαρτυρία, σύμφωνα με την οποία ο αυτοκράτορας Αλέξιος Α΄ ο Κομνηνός (1081- 1118), όταν έκτισε τον ναό της Επισκοπής, τον προικοδότησε με αγρούς και αμπελώνες. Στην Ενετοκρατία (12ος-17ος αι.) οι Βενετοί κυριάρχησαν στο νησί της Σαντορίνης. Ανέκαθεν, οι Ευρωπαίοι εκτιμούσαν τους ελληνικούς οίνους, όχι μόνο για την ποιότητά τους, αλλά και γιατί άντεχαν στα μακρινά θαλάσσια ταξίδια. Έτσι, τα φράγκικα και τα βενετσιάνικα πλοία αρχίζουν να φορτώνουν όλο και πιο πολλά κρασιά από τη Σαντορίνη.

Υπάρχουν πολλές μαρτυρίες ξένων περιηγητών ότι το νησί ήταν κατάφυτο με αμπέλια και παρήγαγε εξαιρετικής ποιότητας οίνους με κορυφαίο το Vinο Santo-Vinsanto, το λιαστό γλυκό κρασί της Σαντορίνης. Το 1659 σε ένα γαλλικό βιβλίο του Francois Richard περιγράφεται η καλλιεργητική τεχνική που συναντάμε και στις μέρες μας. Ο βοτανολόγος Joseph Pitton de Tournefort, δημοσίευσε το 1717 την πρώτη περιγραφή των χαρακτηριστικών του σαντορινιού κρασιού. «Αυτό το κρασί έχει το χρώμα του κρασιού του Ρήνου, αλλά είναι δυνατό και γεμάτο πνεύματα», ενώ το χαρακτηρίζει λικέρ και παραπέμπει στους λιαστούς οίνους της ελληνικής αρχαιότητας.

Η σπουδαιότητα του αμπελώνα φαίνεται και από την καταγραφή των ηφαιστειακών εκρήξεων της Νέας Καμένης το 1707. Ο Bourguignon περιγράφει πως στις αρχές του Αυγούστου του 1707 ο συνδυασμός της ανεδοσάς, δηλαδή της ομίχλης και του καπνού από το ηφαίστειο, έκαψε μέσα σε τρεις ώρες τα αμπέλια. Ο Goree επίσης περιγράφει πως μέσα σε ένα βράδυ τα άγουρα σταφύλια έγιναν σαν σταφίδες προκαλώντας εκτεταμένη καταστροφή στους οινοπαραγωγούς, γεγονός που είχε έντονες κοινωνικές επιπτώσεις. Η μνημόνευση της καταστροφής της σοδειάς μάς δείχνει τη σημαντική επίπτωση που είχε στην τοπική κοινωνία, κάτι που προκάλεσε και ιδιαίτερη εντύπωση στους ξένους επισκέπτες, που κατέγραφαν την ηφαιστειακή δραστηριότητα.

Στην Τουρκοκρατία και συγκεκριμένα το 1741, από φορολογικό κατάστιχο του νησιού μαθαίνουμε ότι στη Σαντορίνη καλλιεργούνταν 5.937 στρέμματα αμπελώνα. Η έλλειψη μεγάλων καλλιεργήσιμων εκτάσεων στο νησί συνέβαλε στο να μη εγκατασταθούν μουσουλμανικοί πληθυσμοί. Το εξαγωγικό εμπόριο του κρασιού άνθησε από εκείνη την εποχή έως τα τέλη του 19ου αιώνα και είχε ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη της ναυτιλίας και την ευπορία των κατοίκων του νησιού.

Στην Τουρκοκρατία οι Σαντορινιοί οργάνωσαν δημοκρατικά τις κοινότητές τους και, εκμεταλλευόμενοι την ηρεμία που κυριάρχησε στο Αιγαίο μετά την οθωμανική κατάκτηση, ανέπτυξαν το εμπόριο και τη ναυτιλία. Η Αλεξάνδρεια, το Ταγανρόκ και η Κωνσταντινούπολη ήταν τα σπουδαιότερα κέντρα όπου εξάγονταν μεγάλες ποσότητες σαντορινιών κρασιών. Για παράδειγμα, ιστορικά είναι γνωστό ότι γινόταν εξαγωγή οίνου στη Ρωσία τουλάχιστον από το 1786. Μάλιστα, η οικονομία της Σαντορίνης οδηγήθηκε σε παρακμή, όταν, λόγω της Οκτωβριανής επανάστασης, σταμάτησε η εξαγωγή προς τη χώρα αυτή. Κατά τη διάρκεια της Επανάστασης του 1821 μεγάλο μέρος της οινοπαραγωγής διατίθετο για τις ανάγκες του αγώνα.

Περιγραφές περιηγητών του 19ου αιώνα αναφέρουν τους ξεχωριστούς οργανοληπτικούς χαρακτήρες των τοπικών οίνων. Τότε το κρασί της Σαντορίνης ήταν περιζήτητο στο εξωτερικό και για πολλά χρόνια πουλιόταν κυρίως για την ενίσχυση χαμηλόβαθμων κρασιών άλλων περιοχών, λόγω του υψηλού αλκοολικού του τίτλου.

Στα πιο πρόσφατα χρόνια το αμπέλι και το κρασί είναι αδιάρρηκτα συνδεδεμένα με την τοπική ταυτότητα και τη σαντορινιά παράδοση, όπως μαρτυρά με πολλούς τρόπους και η συλλογική μνήμη.

Μέχρι και πριν από λίγα χρόνια οι τρυγητάδες περίμεναν να χτυπήσει η μεγάλη καμπάνα της Παναγιάς της Μεσανής στο Εμπορείο 36 φορές, για να αρχίσει το μεγάλο πανηγύρι του τρυγητού. Οι τρυγητές τρόχιζαν τα φερεντίνια τους πάνω στα ποριά (κόκκινες ηφαιστειακές πέτρες) και στις μαυρόπετρες και τα τραγούδια ξεκινούσαν με τα καλάθια περασμένα στα μπράτσα τους. Κατά τη διάρκεια του τρύγου συνήθιζαν να τρώνε μια παχύρευστη σούπα, τη μανέστρα της βεντέμας, φάβα και ντοματοκεφτέδες, τροφές που συνηθίζονταν και στα πανηγύρια. Τα βαρέλια με το κρασί της χρονιάς τα άνοιγαν την παραμονή της γιορτής του Αγίου Αβερκίου (22 Οκτωβρίου), ο οποίος είναι και ο προστάτης άγιος των κρασιών της Σαντορίνης, παράδοση που συνεχίζεται ακόμη και σήμερα.

Τεκμήρια της μακραίωνης αμπελοοινικής ιστορίας του νησιού σώζονται σήμερα στους αρχαιολογικούς χώρους του Ακρωτηρίου και του Μέσα Βουνού, στα αρχαιολογικά μουσεία Θήρας και Αθηνών και στο μέγαρο Γκύζη. Ολόκληρο όμως το νησί, με την καλντέρα, τα ηφαιστειογενή πετρώματα, τους παραδοσιακούς οικισμούς, τους πύργους και τις κάναβες, συνιστά ένα σύνθετο τοπίο στο οποίο αποτυπώνονται επάλληλα στρώματα συλλογικής μνήμης που σχετίζονται με την καλλιέργεια της αμπέλου και την παραγωγή του κρασιού.

Στην πλούσια προφορική παράδοση του νησιού περιλαμβάνονται και τραγούδια για τον τρύγο και την εορταστική διάθεση που δημιουργούσε στους Σαντορινιούς.

Οινοτουρισμός στη Σαντορίνη

Πρόσκληση στους Έλληνες να γνωρίσουν το οινοτουριστικό προϊόν της Σαντορίνης, έκανε η αντιδήμαρχος του νησιού Σοφία Κίτσου. Μιλώντας στην εκπομπή «Βόλτα στην Ελλάδα» στο ραδιόφωνο του Αθηναϊκού Πρακτορείου, η κα Κίτσου τονίζει ότι το επόμενο διάστημα η Σαντορίνη θα καλέσει τους συμπατριώτες μας να συμμετάσχουν στη Βεντέμα και να γίνουν μέρος της ιστορίας του νησιού για εφέτος.

Σ’ αυτό το πανηγύρι των σταφυλιών που κάποτε ήταν θεσμός, φέτος η δημοτική αρχή του προσδίδει την εξωστρέφεια που απαιτείται για να προσελκύσει επιπλέον εγχώριους επισκέπτες, σύμφωνα με την αντιδήμαρχο. Η κα Κίτσου θεωρεί πως είναι μια «χρυσή ευκαιρία για να επισκεφτεί κανείς τη Σαντορίνη» και υπογραμμίζει ότι πρόκειται για έναν ελληνικό προορισμό που ικανοποιεί όλα τα βαλάντια.

Πηγή: Εθνικό Ευρετήριο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ελλάδας

Βασική Βιβλιογραφία
Βενετσάνος Γ. (2016), Παραδοσιακή Οινοποίηση στη Σαντορίνη, Αθήνα
Δανέζη, Μ.Α. (1971), Σαντορίνη, Αθήναι
Κολύμβα, Κ. (2001), Οία Τόπος και Ιστορία, Αθήνα
Κονταράτου, Α.Ν. (2007), Σαντορίνη, πορεία στο χρόνο, Σαντορίνη
Κουράκου-Δραγώνα, Σ. (2016), Σαντορίνη, Ιστορικό Οινοπέδιο, Αθήνα
 Κουράκου -Δραγώνα, Σ. (1994), Ο σαντορίνη της Σαντορίνης, Ίδρυμα Φανής Μπουτάρη. Ρούσσου, Μ.Α. (1979), Σαντορίνη, Ήθη έθιμα και Παραδόσεις, Αθήναι
Συρίγου-Μονιούδη, Γ. (1998), Η Σαντορίνη μου, Αθήνα 10.

Διαδικτυακές πηγές
http://www.winesfromsantorini.com/
http://www.wine-museum-koutsoyannopoulos.gr/gr/oinologiko-leksiko. http://www.newwinesofgreece.com/el/home/
https://www.facebook.com/Heritage-and-development-of-Vine-and-Wine-territories1159200127441912/?fref=ts 11.

Περαιτέρω πληροφορίες – Αρμόδια πρόσωπα:
Ιωάννα Βαμβακούρη, Οινολόγος, e-mail:[email protected]
Νικόλαος Βαρβαρήγος, Οινολόγος, e-mail:[email protected]
Κρυσταλλία Παπαοικονόμου,  Επικοινωνιολόγος, Δήμος Θήρας, e-mail: [email protected]

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *